Και ο Ρίλκε σε εργατικό συμβούλιο;

Ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε ήταν ένας ποιητής που έγραψε στο πρώτο τέταρτο του εικοστού αιώνα. Η ποίησή του προσφέρεται για εμβάθυνση σε οντολογικές συγκινήσεις και υπαρξιακά αδιέξοδα. Από τους πρωτεργάτες της αργκό της αυθεντικότητας σύμφωνα με τον Αντόρνο, έγραψε πατάτες του τύπου “[…] η φτώχια είναι μια μεγάλη λάμψη εκ των έσω” (Το Βιβλίο των Ωρών, 1899-1904), στίχο που χλεύασαν δις οι ντανταϊστές: πρώτα στο Der Kunstlump (Der Gegner #1) και δεύτερη φορά ο Ραούλ Χάουσμαν, ο τύπος που μερικές δεκαετίες αργότερα θα μεταφράσει τις Αιχμάλωτες λέξεις του Μουσταφά Καγιάτι στα γερμανικά, στο 2ο τεύχος του Der Gegner:

Η φτώχια είναι μια μεγάλη λάμψη εκ των έσω, θεέ μου, μάνα μου δώσε μου τα πιο φριχτά κουρέλια, μην και κάποιος καταλάβει τη λάμψη μου. Γιατί τι θα σκεφτεί ο κόσμος, έτσι που λάμπω. Γι’ αυτό θέλω να πάω να δουλέψω στην υαλουργία, να φυσάω με τα πνευμόνια μου, ώστε οι άνθρωποι, που λαθεμένα ονομάζονται πλούσιοι, κάτι από τη λάμψη μου να πάρουν. Ή και στο ανθρακωρυχείο. Για να έχουν ζεστασιά το χειμώνα αυτοί που απολαμβάνουν το κύρος και το σεβασμό.

(Der Gegner #2, 1920)

Την ίδια περίοδο ο Ρίλκε έγραψε προς τη γυναίκα του:

Αν και ο κόσμος καθόταν στα τραπέζια της μπυραρίας και ακόμα κι ανάμεσά τους, σε σημείο οι γκαρσόνες να πρέπει να προχωρούνε μέσα από την ανθρώπινη μάζα σαν σκουλήκια, δεν ήταν η ατμόσφαιρα αποπνικτική, ούτε καν για την αναπνοή· οι ατμοί της μπύρας, ο καπνός και η πολυκοσμία δεν προκαλούσαν άβολα συναισθήματα,  και σχεδόν δεν γινόνταν αντιληπτά· τόσο σημαντικό και πάνω απ’ όλα ξεκάθαρο ήταν ότι ήρθε η ώρα να ειπωθούν πράματα, και τα πιο απλά και σπουδαία από αυτά, μόλις γίνονταν κάπως προσιτά, η μεγάλη πλειοψηφία τα υποδεχόταν με βροντερό χειροκρότημα. Ξαφνικά σηκώνεται ένας νεαρός, χλωμός εργάτης, παίρνει το λόγο και μιλά με απλά λόγια: “Μήπως εσείς ή εσείς ή εσείς”, είπε, “μήπως εσείς προτείνατε την εκεχειρία; Κι όμως, εμείς θα έπρεπε να την είχαμε προτείνει, κι όχι οι κύριοι που βρίσκονται πάνω. Αν καταλαμβάναμε ένα ραδιοφωνικό σταθμό και μιλούσαμε, εμείς, απλοί άνθρωποι προς απλούς ανθρώπους, αμέσως θα γινότανε ειρήνη.” Δεν επαναλαμβάνω τα λόγια του νεαρού τόσο καλά όπως εκφράστηκαν από αυτόν. Ξαφνικά, μόλις είπε αυτά, φάνηκε να δυσκολεύεται, και κάνοντας μια απότομη χειρονομία προς τους Βέμπερ, Κουίντε και τους υπόλοιπους καθηγητές που καθόντουσαν δίπλα του στο βήμα, συνέχισε: “Να εδώ, οι κύριοι καθηγητές γνωρίζουν γαλλικά, μπορούν να μας βοηθήσουν για να πούμε σωστά αυτά που θέλουμε”.

Επιστολή προς την Κλάρα Ρίλκε, 7 Νοεμβρίου 1918 (βρέθηκε στο Die Deutsche Revolution 1918/19, Sebastian Haffner)